BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS »
Η ζωή ποτέ δεν περιφρόνησε τους εραστές της...
Δε φοβάμαι τόσο τις ανοιχτές θάλασσες...
Τ' άγρια κύματα...
Τα πεινασμένα σκυλόψαρα...
Πιο πολύ με φοβίζει η πλήξη
των λιμανιών...
Η αβάσταχτη απειλή
των κάβων...

Αλκυόνη Παπαδάκη

23/6/09


Π. Τ.
..όμορφο..ακόμα πιο όμορφο όταν το γράφουν αυτοί που αγαπάς..

21/4/09

..Μπορεί να μην σε ξέρω..

Μπορεί να μην σε ξέρω κι όμως σε θέλω σαν τρελή
τις νύχτες τις άγριες που ξαπλώνω στο κρεβάτι μου
αργά, βασανιστικά, να είσαι η τελευταία μου σκέψη

Μπορεί να μην σε ξέρω μα μυρίζω το άρωμα σου
παιδική πούδρα ανακατεμένη με ουίσκι
με σταγόνες απόσταγμα από τον ανδρισμό σου

Μπορεί να μην σε ξέρω μα να έχω πετάξει μαζί σου
και να μην φοβήθηκα στιγμή ότι θα πέσω
να είχα αλεξίπτωτο την δική σου φαντασία

Μπορεί να μην σε ξέρω μα μια στιγμή να σε σκέφτω
αρκεί να ανατριχιάσω
να με προδώσει χωρίς τύψεις το ίδιο μου το σώμα

Μπορεί να μην σε ξέρω μα τέλειωσα στα μάτια σου
δίχως χρώμα να βλέπω
και όσες φορές την λύτρωση δεν βρήκα, να ναι γλυκός ο πόνος

Μπορεί να μη σε ξέρω μα ονειρεύομαι την μορφή σου κάθε βράδυ
ένα πλαίσιο με φωτεινή επιγραφή «θέλω»
και μια υγρασία να απλώνετε εκτός από ιδρώτα εφιάλτη

Μπορεί να μην σε ξέρω και να μην σε γνωρίσω ποτέ
μα να είμαι σίγουρη ότι δεν καταναλώνομαι
..Όταν νομίζω πως σε ξέρω..

..Και εσύ που δεν πιστεύεις..

Πες μου πως μπορείς
την βροχή να μην αντέχεις
λίγο πριν το Πάσχα των ελλήνων
λίγο πριν την Άγια σωτηρία

Πες μου πως μπορείς
οικτρά να μου παραπονιέσαι
ξέσκεπος είναι ο ουρανός
και είναι ένας
Μια και η διάφανη βροχή
που μας μουσκεύει

Σμιλεύει με αυτήν το σώμα μας
περνά στα κύτταρα μας
ρουφάει ζωή το άγονο
τα μέσα μας ανθίζουν
μεμιάς
μπουμπούκια ματσικόριδα

Και εσύ που δεν πιστεύεις
άδικα ξοδεύεις
τους αναστεναγμούς σου
σε φιλιά ανέραστα
δίχως ίχνος υγρασίας
άσε με να με χαιδέψει η βροχή
να ανοίξουνε οι πόροι
πεθαίνω για τα χάδια αυτά
σταλιά σταλιά να πνίγονται
μέσα στους αναστεναγμούς

Και εσύ που δεν πιστεύεις
με ομπρέλα καρτεράς
την δική σου σωτηρία
μα ποια σωτηρία έρχεται
χωρίς να έχεις πεθάνει

..έστω για ένα μόνο χάδι…

..μέρες..

Τις μέρες που νυχτώνουν
σε βουτιές ανατολής
θέλω να διώξω
να τις αφήσω αξημέρωτες
να περνώ από την ανατολή
μεμιάς στην δύση
μέχρι να αναρρώσουν

Όμορφες που είναι οι μέρες στο δρόμο τους
ήλιος φωτεινός, ζεσταίνει,
μεσημεριάζει
δεν καίνε οι αχτίδες του
βραδιάζει
η κάψα του
δεν λιγοστεύει

Όμορφες που είναι οι μέρες στο δρόμο τους
ανοικτοί οι ουρανοί, κρύο
ρέουν κοντά στο τζακι οι ιστορίες
μεσημεριάζει
μυρίζει η γη βροχή
βραδιάζει
η διψά δεν λιγοστεύει

Αυτά όμως τα βράδια των διασταυρώσεων
καθρέφτες, φουρτούνες
σε πυροφάνια…
ανήσυχα και ήσυχα..
αθόρυβα και θορυβώδη..

Μια στιγμή του χρόνου τούτου
που μπλέκει τα ανόμοια να σταθείς
θα λυτρωθούν οι μέρες..θα βρουν το δρόμο τους..
πυξίδα σταυροδρόμι..

..το τελευταίο αντίο..

..πόθος..

Με φίλησε με ένταση
και ένιωθα το σώμα του να τρέμει
έχασα τον έλεγχο
στις άκρες των δακτύλων του
στις άκρες των χειλιών του
έβλεπα και τον πόθο μας
στις κόρες των ματιών του
άγριο το χρώμα του, γκρίζο
θάλασσα θολή, φουρτουνιασμένη
Κρύφτηκα μέσα στο στόμα του για λίγο
άχνα, μόνο αναστεναγμοί, βαθιές ανάσες
ακούμπησε τα χείλη του στο στήθος μου
σαν μύριζε το δέρμα μου οξυγόνο
σε δάσος που φωτιά δεν είδε
Εκλεισα τα μάτια αφήνοντας
μια μικρή χαραμάδα
τόση, όση να βλέπω το στόμα του στις ρώγες
τόση, όση να παντρέψω εικόνα με αφή
πίνακας αφηρημένης τέχνης
με υλικό μεθυστικό,
φιλιά με δάγκωμα, με λαχτάρα
πρωτόπλαστων σαν δάγκωσαν το μήλο
πως γίνετε να είναι τόσο γλυκός ο πόνος
Δέρμα να καίει
πυρά σε χρώμα κόκκινο βαθύ
πόσο ωχρό το κίτρινο μου μοιάζει
ένα σε θέλω με τις αναπνοές μπλεγμένες
δυο τα θέλω, το ένα μέσα μου απότομα να νιώσω
Φύγαμε για στιγμές σε μακρινό ταξίδι
στους κήπους της Εδέμ μου
με όλες τις αισθήσεις μου παραδομένες
μέχρι να μας ρουφήξει ο πόθος
την ενέργεια μέχρι το μεδούλι
γυρνάμε πίσω ιδρωμένοι, κουρασμένοι
μα χορτασμένοι με μόνο ένα μήλο…

..παράνοια..

Βουλιάζω στην παράνοια μου
Πέταξε ένα βότσαλο στην θάλασσα
Αυτό τον ήχο κάνει το μυαλό μου
Όταν βουλιάζει στην μέρα, στην νύχτα,
στο χθες, στο αύριο, στο σήμερα

Μα να το κάνεις με μαεστρία
Ένα, δυο, τρία πετάγματα στα κύματα
και μετά στα βαθιά, παιδεύεται
αυτό, ναι, το πέτυχες, έτσι κάνει το μυαλό μου
άκουσε τον ήχο με όλες τις αισθήσεις σου,
ακούς η έφτασα στον πάτο?